- Κύλωνα
- Κύλωνmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
άγος — Όροςμε τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν το μίασμα, την κατάρα, την οργή θεού που παρακολουθεί τον ένοχο ενός εγκλήματος. Εναγείς μπορούσαν να είναι όχι μόνο άντρες ή γυναίκες, αλλά και ολόκληρες πόλεις και κράτη εξαιτίας του εγκλήματος… … Dictionary of Greek
αγός — Όροςμε τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν το μίασμα, την κατάρα, την οργή θεού που παρακολουθεί τον ένοχο ενός εγκλήματος. Εναγείς μπορούσαν να είναι όχι μόνο άντρες ή γυναίκες, αλλά και ολόκληρες πόλεις και κράτη εξαιτίας του εγκλήματος… … Dictionary of Greek
Αλκμεωνίδαι/-ες — Μεγάλο και σπουδαίο αθηναϊκό γένος, που θεωρούσαν ότι καταγόταν από τον Νηλέα της Πύλου, τον πατέρα του Νέστορα. Έλεγαν πως ο γενάρχης τους Αλκμέων είχε έρθει στην Αθήνα όταν οι Δωριείς, ύστερα από την κάθοδό τους, κατέλυσαν την αρχή της… … Dictionary of Greek
κυλώνειος — α, ο 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Κύλωνα. 2. φρ., «κυλώνειο άγος» δηλώνει την ανόσια πράξη της σφαγής των οπαδών του Κύλωνα παρά την υπόσχεση ότι, αν παραδοθούν, δε θα πάθουν τίποτε … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κυλώνειος — ον 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Κύλωνα («κυλώνειον άγος») 2. (ως κύριο όν. στον πληθ.) οι Κυλώνειοι οι οπαδοί τού Κύλωνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύριο όν. Κύλων + κατάλ. ειος] … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Αλκμέων ή Αλκμαίων — (6ος αι. π.Χ.). Αθηναίος πολιτικός και στρατιωτικός, γιος του Μεγακλή. Ανήκε στο γένος των Αλκμεωνιδών. Απέκτησε μεγάλο κύρος στους ιερείς των Δελφών, όταν ως στρατηγός των Αθηναίων και σε συμμαχία με τον τύραννο της Σικυώνας Κλεισθένη και τον… … Dictionary of Greek
Θεαγένης — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος των Μεγάρων (7ος αι. π.Χ.). Ήταν προστάτης των χωρικών εναντίον των αριστοκρατικών της πόλης, τους οποίους κατόρθωσε να εξουδετερώσει. Περιβαλλόταν από ένοπλη φρουρά και βοήθησε τους φτωχούς με μεγάλα… … Dictionary of Greek
Κυλώνειον — Ιερό της Αθήνας κατά την αρχαιότητα. Ιδρύθηκε προφανώς για εξιλασμό μετά τη δολοφονία των οπαδών του Κύλωνα από τους Αλκμεωνίδες. Βρισκόταν κοντά στο ηρώο του Ήσυχου και κοντά στο ιερό των Ευμενιδών, όπου έγινε η δολοφονία … Dictionary of Greek
Μεγακλής — Όνομα διάφορων επιφανών Αθηναίων πολιτών της μεγάλης αριστοκρατικής οικογένειας των Αλκμεωνιδών. 1. Επώνυμος άρχων (7ος αι. π.Χ.). Κατέστειλε τη στάση του Κύλωνα και διέταξε τη θανάτωση των οπαδών του που είχαν καταφύγει στον βωμό των Ευμενίδων.… … Dictionary of Greek